Ο κερατοειδής αποτελεί το παράθυρο του οφθαλμού και ουσιαστικά είναι ένας εκτεθειμένος χιτώνας. Υπάρχει λοιπόν πιθανότητα να προκληθεί κάποιο τραύμα ή μόλυνση σε εκείνον. Τραυματισμοί και παραμορφώσεις, εκτεταμένες μολύνσεις, προχωρημένος κερατόκωνος, θολερότητες ή ουλές, διάφορες κληρονομικές παθήσεις είναι κάποιες από τις βασικές αιτίες που οδηγούν στην λύση της μεταμόσχευσης κερατοειδούς ή αλλιώς κερατοπλαστικής (corneal transplantation / keratoplasty) για την αποκατάσταση της όρασης.
Στην μεταμόσχευση κερατοειδούς , ο κερατοειδής χιτώνας ή τμήμα αυτού αντικαθίσταται από κερατοειδή κάποιου δότη (κατάλληλο μόσχευμα). Πρόκειται για μεταμόσχευση ιστού και όχι οργάνου (όπως π.χ. του νεφρού ή ολόκληρου του οφθαλμού).
Ανάλογα με το τμήμα του κερατοειδούς που μεταμοσχεύεται, διακρίνουμε την κερατοπλαστική επέμβαση σε:
-Διαμπερή (ολική) κερατοπλαστική
-Πρόσθια τμηματική στρωματική κερατοπλαστική
-Οπίσθια τμηματική κερατοπλαστική (DSAEK, DMEK).
-Κερατοπρόσθεση: o τεχνητός κερατοειδής
Μετά από μία επέμβαση κερατοπλαστικής ο ασθενής συνήθως επιστρέφει στο σπίτι του την ίδια μέρα. Ο κερατοειδής επουλώνεται αργά και η οπτική οξύτητα βελτιώνεται σταδιακά για αρκετούς μήνες μετά την επέμβαση στην περίπτωση της κερατοπλαστικής ολικού πάχους. Ωστόσο ο ασθενής μπορεί να επιστρέψει άμεσα στην εργασία του. Η πλήρης επούλωση και η τελική αποκατάσταση της όρασης μπορεί να έχει διάρκεια 6-12 μήνες .
Στις περιπτώσεις ενδοθηλιακής κερατοπλαστικής μερικού πάχους (DSEΑK, DMEK), η αποκατάσταση της όρασης είναι πιο γρήγορη.
Οι μεταμοσχεύσεις του κερατοειδούς είναι ιδιαίτερα ασφαλείς και πραγματοποιούνται και στην Ελλάδα εδώ και πολλές δεκαετίες. Όμως, όπως σε κάθε χειρουργική επέμβαση, υπάρχει η πιθανότητα επιπλοκών.